Η εμφάνιση Σακχαρώδη Διαβήτη κατά την κύηση (ΣΔΚ) αφορά το 1-3% του συνόλου των κυήσεων ανάλογα με τον πληθυσμό. Είναι πιθανό, ένα ποσοστό των εγκύων να παρουσιάσει ΣΔΚ μόνο κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά την γέννηση του εμβρύου να μην παρουσιάζει κανένα απολύτως πρόβλημα με τον μεταβολισμό της γλυκόζης (gestational diabetes), ενώ ένα άλλο ποσοστό εμφανίζει ΣΔΚ και στην μετέπειτα ζωή του. Τα συμπτώματα πολλές φορές περνούν απαρατήρητα, καθώς η αυξημένη διούρηση και η πείνα στην εγκυμοσύνη δικαιολογούνται.
Ο έλεγχος του σωματικού βάρους, η αυξημένη φυσική δραστηριότητα και ο περιορισμός απλών υδατανθράκων και λιπαρών τροφών, μπορούν να οδηγήσουν στην μείωση του κινδύνου εμφάνισης ΣΔ τύπου 2 στην μετέπειτα ζωή των γυναικών με διαβήτη κύησης.
Ο έλεγχος του σωματικού βάρους, η αυξημένη φυσική δραστηριότητα και ο περιορισμός απλών υδατανθράκων και λιπαρών τροφών, μπορούν να οδηγήσουν στην μείωση του κινδύνου εμφάνισης ΣΔ τύπου 2 στην μετέπειτα ζωή των γυναικών με διαβήτη κύησης.
Οι περισσότερες γυναίκες δεν γνωρίζουν ότι έμειναν έγκυες, μέχρι την πέμπτη ή έκτη εβδομάδα της κύησής τους. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα αναπτύσσονται τα όργανα και ο νωτιαίος μυελός του εμβρύου ενώ η ρύθμιση της γλυκόζης έχει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην μείωση των παραγόντων κινδύνου κατά την γέννηση. Αυτό σημαίνει ότι οι έγκυες γυναίκες με διαβήτη θα πρέπει να προσέχουν και να ελέγχουν πριν από την σύλληψη τα εξής:
- Επίπεδα γλυκόζης του αίματος
- Επίπεδα αιμογλοβίνης A1c κάτω από 7%
- Έλεγχος στα μάτια και στα νεφρά
- Συμπλήρωμα φυλλικού οξέος.
- Περιορισμός πολυβιταμινούχων σκευασμάτων.
- Ρύθμιση αρτηριακής πίεσης
- Διακοπή Καπνίσματος
- Ιατρική εξέταση από έναν ειδικό διαβητολόγο – ενδοκρινολόγο
Είναι πιθανό η ναυτία και οι εμετοί, κατά την αρχική περίοδο της κύησης να περιπλέξουν σε ένα ποσοστό την διαβητική ρύθμιση. Η γυναίκα θα πρέπει να μετρά το σάκχαρό της 4-5 φορές την ημέρα. Από την στιγμή που οι μετρήσεις θα είναι καλές, οι μετρήσεις σακχάρου μπορούν να γίνουν και πιο αραιές (προγευματικές τιμές γλυκόζης 65-100mg/dl, μεταγευματικές τιμές γλυκόζης 90-145mg/dl).
Τόσο πριν όσο και κατά την διάρκεια της κύησης θα πρέπει να ακολουθείται ένα εξατομικευμένο διαιτολόγιο το οποίο θα παρέχεται πάντα από τους ειδικούς, ενώ οι διατροφικές συμβουλές αποτελούν το σημαντικότερο στήριγμα της θεραπείας της εγκύου που εμφάνισε διαβήτη κατά την κύηση. Όταν η δίαιτα δεν επαρκή για την επίτευξη των φυσιολογικών επιπέδων σακχάρου, τότε αρχίζει θεραπεία με ινσουλίνη (αντιδιαβητικά δισκία δεν χρησιμοποιούνται κατά την κύηση). Οι απαιτήσεις για ινσουλίνη μειώνονται στο πρώτο μισό της εγκυμοσύνης. Στο δεύτερο μισό της κύησης, ορμονικές αλλαγές προκαλούν μείωση στις απαιτήσεις της ινσουλίνης από 70% ως 100%. Κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι πιθανό να χρειαστούν αλλαγές στις δόσεις της ινσουλίνης και στο καθημερινό διαιτολόγιο.
Οι διατροφικές απαιτήσεις της εγκύου διαβητικού δεν διαφέρουν σε μεγάλο ποσοστό από αυτές τις υγιούς εγκύου κατά την διάρκεια του πρώτου τριμήνου. Η ποσότητα του φαγητού εξαρτάται φυσικά από το βάρος που πρέπει να κερδίσει κάθε έγκυος και είναι διαφορετικό σε κάθε γυναίκα και σε κάθε εγκυμοσύνη.
Στις εγκυμονούσες, κατά την διάρκεια του πρώτου τριμήνου, συστήνεται η κατανάλωση μικρών και συχνών γευμάτων. Αυτό σημαίνει συνήθως τρία κύρια γεύματα και τρία σνακ. Κατά την διάρκεια του δεύτερου τριμήνου οι απαιτήσεις της εγκύου αυξάνονται και κάθε φορά θα πρέπει να συζητούνται με τους ειδικούς.
Τέλος κατά το τρίτο τρίμηνο πρέπει και πάλι να δοθεί έμφαση στα μικρά και συχνά γεύματα, ενώ είναι πολύ πιθανό κατά το τρίμηνο αυτό να αυξηθεί σημαντικά η γλυκόζη, γεγονός που επιβάλλει και μια σημαντική αύξηση της ινσουλίνης. Πολλές γυναίκες κατά το τρίμηνο αυτό χρειάζεται να τριπλασιάσουν την δόση της ινσουλίνης τους.
Αν και οι περισσότερες γυναίκες που εμφανίζουν ΣΔ κατά την κύηση είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες, δίαιτα απώλειας βάρους δεν επιτρέπεται σε αυτή την φάση, καθώς μπορεί να αποβεί ιδιαίτερα βλαβερή. Η κατανάλωση μιας μη επαρκής διατροφής έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή κετόνων στο σώμα. Οι κετόνες αυτές παράγονται κατά την προσπάθεια της διάσπασης των λιπών και μπορούν να αποβούν καταστροφικές για το νεογνό. Επιβάλλεται όμως η μικρότερη αύξηση βάρους από την συνήθως συνιστώμενη.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα περισσότερα παιδιά που γεννιούνται από μία μητέρα που παρουσίασε διαβήτη κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι απολύτως υγιή. Ο σακχαρώδης διαβήτης, παρουσιάζεται στην έγκυο, αφού έχουν ήδη σχηματιστεί τα όργανα του εμβρύου. Ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη στο νεογνό εξαρτάται από τον τύπο διαβήτη που εμφάνισε η μητέρα. Αν η μητέρα έχει ΣΔ τύπου 1 ή τύπου 2 και προσέχει τόσο πριν όσο και κατά την διάρκεια της κύησης τα επίπεδα του σακχάρου της, τότε οι πιθανότητες για ένα υγιή μωρό είναι πολλές. Σίγουρα το φαινόμενο αυτό θα ανησυχήσει τις εγκυμονούσες, αλλά το σίγουρο είναι πως δεν πρέπει να το βάζει κάτω κανείς.
Πρώτη δημοσίευση άρθρου: περιοδικό “Γλυκιά Ζωή”